Φλεγμονές
Κολπίτιδες
Κολπίτιδα ονομάζεται η εντοπισμένη φλεγμονή στην περιοχή του κόλπου. Είναι μία από τις πιο συνηθισμένες καταστάσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη η γυναίκα σε κάποια φάση της ζωής της. Υπάρχουν διάφοροι τύποι κολπίτιδας, οι κυριότεροι είναι οι παρακάτω, συνοδευόμενοι από τα συμπτώματα που προκαλούν.
– Μυκητιασική Κολπίτιδα: Ενδέχεται να συνοδεύεται από λευκές παχύρευστες κολπικές εκκρίσεις, κνησμό και ερεθισμό. Η πιο συχνή αιτία είναι ο Candida albicans.
– Βακτηριακή Κολπίτιδα: Ενδέχεται να συνοδεύεται από γκριζόλευκες εκκρίσεις, κνησμό και ερεθισμό. Η πιο συχνή αιτία είναι ο Αιμόφιλος του κόλπου (Gardnerella vaginalis).
– Τριχομοναδική Κολπίτιδα: Προκαλείται από το πρωτόζωο Τριχομονάδα (Trichomonas vaginalis). Ανήκει στις σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες. Ενδέχεται να συνοδεύεται από κιτρινοπράσινες εκκρίσεις συνήθως αφρώδεις, ερεθισμό, αίσθημα καύσους και δυσουρία. Συχνά συνυπάρχει με χαρακτηριστική τραχηλίτιδα.
– Χλαμυδιακή Κολπίτιδα: Προκαλείται από το βακτήριο Chlamydia Trachomatis. Ανήκει στις σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες. Δύναται να συνοδεύεται από κολπική αιμόρροια, έντονες κολπικές εκκρίσεις, ερεθισμό και πόνο. Ενδέχεται να προκαλέσει πυελική φλεγμονή που συνοδεύεται από κοιλιακό άλγος και άλλες πιθανές επιπλοκές.
– Ιογενής Κολπίτιδα: Προκαλείται από τον Ερπητοϊό (Herpes Simplex Virus-HSV). Συνοδεύεται από φυσαλιδώδες εξάνθημα με έντονο ερεθισμό και πόνο. Συχνά το εξάνθημα προσβάλει και το αιδοίο. Ανήκει στις σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες.
– Κολπίτιδα από αυτοάνοσες καταστάσεις: Σε αυτήν την κατηγορία υπάγεται ο ομαλός λειχήνας (Lichen Planus). Εμφανίζεται με τη μορφή επίπονων αλλοιώσεων στον κόλπο που δύνανται να προκαλούν κνησμό. Ενδέχεται να προσβάλει και άλλες περιοχές του σώματος.
– Κολπίτιδα από έντονες ορμονολογικές αλλαγές: Προκαλείται λόγω ατροφίας κόλπου από την πτώση των οιστρογόνων που παρατηρείται σε διάφορες καταστάσεις όπως: εμμηνόπαυση, λοχεία, από κάποια είδη αντισύλληψης, κτλ. Εμφανίζεται ως ξηρότητα κόλπου με κνησμό και έντονο άλγος κυρίως κατά τη σεξουαλική επαφή.
Τραχηλίτιδα
Ως τραχηλίτιδα ορίζεται η εντοπισμένη φλεγμονή στην περιοχή του τραχήλου της μήτρας. Συχνά συνοδεύεται και από κολπίτιδα. Το 50% των γυναικών σε κάποια φάση της ζωής του θα εμφανίσει τραχηλίτιδα.
Αιτιολογία
Τα συνήθη αίτια περιλαμβάνουν τις σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες όπως τα χλαμύδια, η τριχομονάδα (η οποία προκαλεί τη χαρακτηριστική εικόνα τραχήλου σαν φράουλα – Strawberry cervix), η γονόρροια, ο έρπητας, ο HPV, τις βακτηριακές λοιμώξεις κυρίως από βακτήρια της πρωκτογεννητικής περιοχής, αλλεργικές αντιδράσεις όπως π.χ. σε κάποιο κολπικό σκεύασμα ή στο latex του προφυλακτικού καθώς επίσης σε μηχανικούς ερεθισμούς όπως λόγω ύπαρξης ξένου σωματος, π.χ. ένας πεσσός.
Πυελική Φλεγμονή (Pelvic Inflammatory Disease-PID)
Ορίζεται ως η λοίμωξη του ανώτερου γεννητικού συστήματος της γυναίκας που δύναται να περιλαμβάνει τη μήτρα, τις σάλπιγγες και τις ωοθήκες. Η πιο συχνά πληττόμενη ηλικία είναι μεταξύ 16 και 24 ετών.
Αιτιολογία
Στις περισσότερες περιπτώσεις οφείλεται σε ανιούσα λοίμωξη που ξεκινά από τον κόλπο ή τον τράχηλο. Μία (1) στις τέσσερις (4) περιπτώσεις οφείλεται σε σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες (STDs) με κυρίαρχες τα χλαμύδια και τη γονόρροια. Πιο σπάνια προκαλείται και από άλλα μικρόβια της πρωκτογεννητικής περιοχής. Άλλοι λόγοι περιλαμβάνουν μετεγχειρητικές λοιμώξεις, κυρίως μετά από επεμβάσεις που περιλαμβάνουν διαστολή του τραχηλικού αυλού ή μετά από τοποθέτηση ενδομήτριου σπειράματος (συχνότερο αίτιο ο ακτινομύκητας (Actinomyces israelii).
Συμπτώματα
Συνήθως δεν προκαλούνται θορυβώδη συμπτώματα. Οι περισσότερες γυναίκες παρουσιάζουν ήπια συμπτώματα τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω:
– Πυελικό άλγος
– Δυσφορία ή πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή
– Μεσοκυκλική κολπική αιμόρροια
– Βαριά έμμηνο ρύση
– Δυσμηνόρροια
– Κολπικές εκκρίσεις, συνήθως κιτρινωπές ή πρασινωπές
Πιο σπάνια η κατάσταση μπορεί να είναι πιο σοβαρή, περιλαμβάνοντας:
– Πολύ έντονο κοιλιακό άλγος
– Υψηλό πυρετό, ναυτία και εμέτους
Διάγνωση
Στηρίζεται σε ένα σύνολο ευρημάτων από το ιστορικό, την κλινική εξέταση, τον εργαστηριακό και υπερηχογραφικό έλεγχο. Με το ιστορικό ελέγχουμε αν η γυναίκα ανήκει στην ομάδα υψηλού κινδύνου για εμφάνιση πυελικής φλεγμονής και συλλέγουμε πληροφορίες για τη φύση των συμπτωμάτων. Η κλινική εξέταση περιλαμβάνει αξιολόγηση του κοιλιακού άλγους (αν υπάρχει), αμφίχειρη εξέταση και έλεγχο για κολπικές εκκρίσεις. Η λήψη καλλιέργειας αν είναι θετική για χλαμύδια, γονόρροια ή μυκόπλασμα μπορεί να επιβεβαιώσει τη διάγνωση, όμως επί αρνητικού αποτελέσματος δεν δύναται να αποκλειστεί το σενάριο της πυελικής φλεγμονής. Επίσης ενδείξεις φλεγμονής δύναται να αποκαλύψει η πραγματοποίηση αιματολογικών εξετάσεων. Τέλος, με την εκτέλεση διακολπικού υπερηχογραφικού ελέγχου, ενδέχεται να εντοπιστούν σημάδια πυελικής φλεγμονής, όπως ελεύθερο υγρό στο Δουγλάσειο χώρο το οποίο όμως δεν παθογνωμονικό.
Σε λίγες περιπτώσεις όπου δε δύναται να καταλήξουμε σε καθαρά συμπεράσματα και η ασθενής συνεχίζει να υποφέρει από χρόνιο κοιλιακό άλγος, δύναται να καταφύγουμε στη λύση της διαγνωστικής λαπαροσκόπησης, όπου υπό άμεση όραση εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας μπορούν να αποκαλυφθούν σημάδια πυελικής φλεγμονής, όπως εγκυστωμένες συλλογές υγρού, συμφύσεις ή ακόμα και περιηπατικές συμφύσεις του συνδρόμου Fitz – Hugh – Curtis.