Θεραπεία Ενδομήτριων Πολυπόδων

SERVICES

Οι ενδομήτριοι πολύποδες αποτελούν μια συχνή γυναικολογική κατάσταση, χαρακτηριζόμενη από την ανάπτυξη μικρών, συνήθως καλοήθων, μορφωμάτων στην εσωτερική επένδυση της μήτρας, το ενδομήτριο.

Η εμφάνισή τους είναι πιο συχνή σε γυναίκες μεταξύ 40 και 50 ετών, αν και μπορούν να επηρεάσουν γυναίκες οποιασδήποτε ηλικίας. Σε πολλές περιπτώσεις, οι πολύποδες εντοπίζονται τυχαία σε γυναίκες που δεν αναφέρουν συμπτώματα.

Ωστόσο, σε άλλες, μπορεί να συνδέονται με διαταραχές της εμμήνου ρύσεως, όπως βαριές ή παρατεταμένες περιόδους, καθώς και με μη φυσιολογική αιμορραγία μεταξύ των περιόδων ή μετά την εμμηνόπαυση. Η παρουσία αυτών των συμπτωμάτων μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής μιας γυναίκας, καθιστώντας την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία απαραίτητες.

Θεραπεία ενδομήτριων πολυπόδων με υστεροσκόπηση

Η υστεροσκόπηση αναγνωρίζεται ως η προτιμώμενη και πιο αποτελεσματική μέθοδος για τη θεραπεία των ενδομήτριων πολυπόδων. Η διαδικασία περιλαμβάνει την ήπια εισαγωγή ενός λεπτού, τηλεσκοπικού οργάνου που ονομάζεται υστεροσκόπιο μέσω του τραχήλου της μήτρας στην κοιλότητα της μήτρας. Το υστεροσκόπιο είναι εξοπλισμένο με μια μικροσκοπική κάμερα και πηγή φωτός, επιτρέποντας στον ιατρό να επιθεωρήσει άμεσα το εσωτερικό της μήτρας σε μια οθόνη.

Για να επιτευχθεί καθαρή οπτικοποίηση του ενδομητρίου, η κοιλότητα της μήτρας διατείνεται απαλά με τη χρήση ενός υγρού (συνήθως φυσιολογικού ορού) ή αερίου. Μόλις εντοπιστεί ο πολύποδας, ο ιατρός μπορεί να εισαγάγει μικροσκοπικά χειρουργικά εργαλεία μέσω ενός καναλιού εργασίας στο υστεροσκόπιο. Αυτά τα εξειδικευμένα εργαλεία επιτρέπουν την ακριβή αφαίρεση του πολύποδα υπό άμεση οπτική καθοδήγηση. Αυτή η δυνατότητα άμεσης παρατήρησης εξασφαλίζει ότι ο ιατρός μπορεί να ελέγξει την πλήρη αφαίρεση του μορφώματος, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο υπολειμματικής νόσου. Επιπλέον, κάθε πολύποδας που αφαιρείται μέσω υστεροσκόπησης αποστέλλεται πάντα για ιστολογική εξέταση. Αυτή η εργαστηριακή ανάλυση είναι ζωτικής σημασίας για την οριστική διάγνωση και τον αποκλεισμό οποιασδήποτε κακοήθειας ή προκαρκινικής κατάστασης, παρέχοντας πολύτιμες πληροφορίες για την περαιτέρω διαχείριση της υγείας της γυναίκας. Η υστεροσκόπηση είναι γενικά μια ελάχιστα επεμβατική διαδικασία που συχνά πραγματοποιείται σε εξωτερική βάση, επιτρέποντας στις γυναίκες να επιστρέψουν στις συνήθεις δραστηριότητές τους σχετικά γρήγορα.

Απόξεση ενδομητρίου

Η απόξεση του ενδομητρίου, γνωστή και ως διαστολή και απόξεση (D&C), αποτελεί μια εναλλακτική θεραπευτική επιλογή που μπορεί να εξεταστεί, ιδιαίτερα σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση όπου η γονιμότητα δεν αποτελεί πλέον πρωταρχικό ζήτημα. Η διαδικασία περιλαμβάνει την ήπια διαστολή του τραχήλου της μήτρας, ακολουθούμενη από τη χρήση ενός χειρουργικού εργαλείου που ονομάζεται ξέστρο για την απόξεση της εσωτερικής επένδυσης της μήτρας, απομακρύνοντας έτσι οποιονδήποτε πολύποδα μπορεί να είναι παρών. Ωστόσο, ένα σημαντικό μειονέκτημα της απόξεσης είναι ότι πρόκειται για μια “τυφλή” μέθοδο. Σε αντίθεση με την υστεροσκόπηση, ο ιατρός δεν έχει τη δυνατότητα να δει απευθείας τον πολύποδα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Αυτή η έλλειψη άμεσης οπτικής επιβεβαίωσης καθιστά δύσκολο να διασφαλιστεί η πλήρης αφαίρεση του πολύποδα. Δεδομένου ότι οι πολύποδες μπορεί να ποικίλουν σημαντικά σε μέγεθος και θέση μέσα στη μήτρα, η τυφλή αφαίρεση ενέχει τον κίνδυνο να παραμείνει υπολειμματικός ιστός του πολύποδα.

Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε συνεχιζόμενα συμπτώματα ή στην ανάγκη για περαιτέρω παρεμβάσεις. Παρά το γεγονός ότι η απόξεση του ενδομητρίου είναι γενικά λιγότερο δαπανηρή από την υστεροσκόπηση, η χαμηλότερη αποτελεσματικότητά της στην πλήρη αφαίρεση των πολυπόδων την καθιστά μια λιγότερο προτιμώμενη επιλογή σε πολλές περιπτώσεις. Η πιθανότητα για ατελή αφαίρεση και η επακόλουθη ανάγκη για επαναληπτικές διαδικασίες ή πρόσθετες διαγνωστικές εξετάσεις μπορεί τελικά να αντισταθμίσει το αρχικό πλεονέκτημα του χαμηλότερου κόστους.

Προτιμώμενη μέθοδος η υστεροσκόπηση

Στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, ενώ η απόξεση του ενδομητρίου μπορεί να προσφερθεί ως θεραπευτική επιλογή, η υστεροσκόπηση παραμένει η προτιμώμενη μέθοδος. Αυτό οφείλεται κυρίως στην αυξημένη πιθανότητα κακοήθειας των ενδομήτριων πολυπόδων σε αυτή την ηλικιακή ομάδα. Η δυνατότητα άμεσης οπτικοποίησης και στοχευμένης αφαίρεσης που παρέχει η υστεροσκόπηση είναι ιδιαίτερα πολύτιμη για τη διασφάλιση της πλήρους απομάκρυνσης κάθε ύποπτου μορφώματος, το οποίο στη συνέχεια αποστέλλεται για ιστολογική εξέταση. Αυτή η διαδικασία είναι ζωτικής σημασίας για την έγκαιρη διάγνωση και διαχείριση του καρκίνου του ενδομητρίου.

Επιπλέον, σε γυναίκες που επιθυμούν να διατηρήσουν τη γονιμότητά τους, η υστεροσκόπηση είναι γενικά η προτιμώμενη μέθοδος θεραπείας. Επιτρέπει την στοχευμένη αφαίρεση του πολύποδα με ελάχιστη διαταραχή του περιβάλλοντος ενδομητρίου, μειώνοντας τον πιθανό αντίκτυπο στη μελλοντική αναπαραγωγική ικανότητα.